Ο πραγματικός πλούτος είναι ο πλούτος των κοινωνικών μας σχέσεων
Αυτοπαρουσίαση του Ταμείου Αλληλοβοήθειας της συλλογικότητας re/traverse
«Συντροφικότητα, αξιοπρέπεια, αγάπη, αλληλεγγύη, αδελφοσύνη, φιλία, ηθική: όλα αυτά τα ονόματα έρχονται σε αντίθεση με τις εμπορευματοποιημένες, εκχρηματισμένες σχέσεις στον καπιταλισμό, και όλα περιγράφουν σχέσεις που αναπτύσσονται μέσα σε αγώνες εναντίον του καπιταλισμού και οι οποίες θα μπορούσαμε να πούμε ότι προβλέπουν ή δημιουργούν μια κοινωνία πέρα από τον καπιταλισμό.»
— John Holloway, Crack Capitalism, 2010
Ενοίκιο. Σούπερ μάρκετ. Λογαριασμοί. Μετακινήσεις. Περίθαλψη. Ψυχαγωγία. Ίσως, αν η τύχη βρεθεί με το μέρος σου, να καταφέρεις κάποιο μήνα να κάνεις με κάποιο μαγικό τρόπο τον μισθό σου να φτάσει για όλα. Τις περισσότερες φορές, όμως, το να βγει ο μήνας μοιάζει με αγώνα του μισθού σου ενάντια στον χρόνο, έναν αγώνα στον οποίο καλείσαι να γίνεις να γίνεις λογιστής του εαυτού σου. Κι ενώ οι αιτίες που προκαλούν αυτό το βάσανο είναι βαθύτατα κοινωνικοϊστορικές και πολιτικές, με βασικότερη την καπιταλιστική αναδιάρθρωση που συμπιέζει το κόστος αναπαραγωγής των εκμεταλλευόμενων τάξεων προς όφελος της κερδοφορίας του κεφαλαίου, η κυρίαρχη ιδεολογία σου λέει πως κάτι πάει στραβά με εσένα προσωπικά: δεν είσαι αρκετά πετυχημένος, δεν είσαι αρκετά αποδοτική, δεν είσαι αρκετός και αρκετή γενικότερα. Και έπειτα καλείσαι να αυτοπειθαρχείς ακόμα πιο πολύ οικονομικά και ψυχικά, να γίνεις πιο παραγωγική και να πουλήσεις καλύτερα τον εαυτό σου, να προσπαθήσεις περισσότερο και να βολευτείς με λιγότερα. Όλα αυτά οδηγούν ολοταχώς προς την ντροπή, την ενοχή, την κατάθλιψη, το άγχος και την πίεση.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η ακρίβεια και η φτώχεια παρουσιάζονται σαν ατομικά προβλήματα με ατομικές λύσεις, αποκρύπτοντας την πραγματικότητα πως πρόκειται για βαθιά κοινωνικά ζητήματα που σχετίζονται με την ένταση της ταξικής εκμετάλλευσης, την αύξηση της καπιταλιστικής κερδοφορίας, την ιδιωτικοποίηση κοινωνικών υπηρεσιών, την περικοπή μισθών και επιδομάτων, την αντικατάσταση προνοιακών πολιτικών από κουπόνια και passes, την εμπορευματοποίηση δημόσιων χώρων, την επιβολή κατασταλτικών-τιμωρητικών πολιτικών πειθάρχησης και κρατικών προστίμων, την παρανομοποίηση περιθωριοποιημένων κοινωνικών ομάδων και δραστηριοτήτων, την παραγωγή ολόκληρων πληθυσμών ως αποκλεισμένων και περισσευούμενων. Μέσα σε αυτό το ασφυκτικό περιβάλλον διαρκούς κρίσης και έκτακτης ανάγκης, προσπαθούμε να αντισταθούμε δημιουργώντας κοινότητες αγώνα και ζωής απέναντι στον ψυχικό, κοινωνικό και φυσικό θάνατο που παράγουν το κράτος και το κεφάλαιο. Ένα σημαντικό βήμα σε αυτήν την διαδικασία αντίστασης είναι το να απο-εξατομικεύσουμε την εμπειρία της ακρίβειας και της φτώχειας, να πολιτικοποιήσουμε και να συλλογικοποιήσουμε το κοινό βίωμα. Να αναδείξουμε την υλική στέρηση ως κοινωνικό φαινόμενο και να φωτίσουμε τις αιτίες της ακρίβειας, να αγωνιστούμε έμπρακτα εναντίον των συνεπειών τους στην καθημερινότητά μας και να δημιουργήσουμε συλλογικές διαδικασίες μοιράσματος και αλληλοβοήθειας που θα μετατρέπουν την αλληλεγγύη από αφηρημένη ιδέα σε βιωμένη πραγματικότητα.
Η εμπλοκή της συνέλευσής μας με την ακρίβεια και την αύξηση του κόστους ζωής έχει κινηθεί μέχρι στιγμής σε δύο κατευθύνσεις που θέλουμε να συναντιούνται μεταξύ τους. Από τη μία πλευρά, συμμετέχουμε σε διαδικασίες αγώνα που συλλογικοποιούν το βίωμα της ακρίβειας και κινητοποιήσεις που διεκδικούν μείωση τιμών μέσα από πρακτικές αυτομείωσης. Σε αυτό το πλαίσιο, συμμετέχουμε σε συντονισμούς συλλογικοτήτων ενάντια στην ακρίβεια και συμμετέχουμε σε κινητοποιήσεις αυτομείωσης σε σούπερ μάρκετ σε γειτονιές της Αθήνας. Από την άλλη, προσπαθούμε να βαθύνουμε τις πολιτικές και θεωρητικές μας συζητήσεις γύρω από την ακρίβεια, τη σχέση της με τον πόλεμο, την κοινωνική αναπαραγωγή και τη διάκριση βασικών και μη αναγκών. Ένα από τα αποτελέσματα αυτών των συζητήσεων, το οποίο φυσικά δεν εξαντλεί το θέμα ούτε υποστηρίζει πως έχει όλες τις απαντήσεις, ήταν η έκδοση της μπροσούρας “Γροθιές στην τσέπη: ακρίβεια, πόλεμος, κοινωνικός ανταγωνισμός” τον περασμένο Ιούνιο (βλ. εδώ). Τον τελευταίο καιρό, αποφασίσαμε να κινηθούμε και σε μία τρίτη κατεύθυνση: τη δημιουργία ενός Ταμείου Αλληλοβοήθειας για κάλυψη αναγκών των μελών της συνέλευσης αλλά και ανθρώπων γύρω ή έξω από αυτήν, ανθρώπων που εμπλέκονται σε κινηματικές διαδικασίες και ανθρώπων με τους οποίους γνωριζόμαστε και συνδεόμαστε στις γειτονιές μας ή στους εργασιακούς μας χώρους.
Βρισκόμαστε σε μια δύσκολη συνθήκη για τις συλλογικές δομές κοινωνικής αλληλεγγύης, είτε οργανωμένες είτε άτυπες. Στο επίπεδο των διάχυτων κοινωνικών σχέσεων, ο ατομικισμός, καριερισμός και η ιδεολογία της επιτυχίας έχουν σε μεγάλο βαθμό διαβρώσει παλαιότερες μορφές αλληλοβοήθειας και μοιράσματος σε επίπεδο οικογένειας, παρέας ή γειτονιάς, δημιουργώντας μια διαστρεβλωμένη εικόνα της κοινωνίας ως ζούγκλας στην οποία είσαι αναγκασμένος να την παλέψεις μόνος σου και δεν μπορείς να εμπιστευτείς κανέναν πέρα από τον εαυτό σου. Σε επίπεδο οργανωμένων κινηματικών δομών, η κρατική καταστολή των αυτοοργανωμένων/κατειλημμένων χώρων, η περίφραξη/εμπορευματοποίηση του δημόσιου χώρου αλλά και η ΜΚΟ-ποίηση της αλληλεγγύης έχουν στενέψει τον ορίζοντα των συλλογικών εγχειρημάτων σε σχέση με τον προηγούμενο κύκλο αγώνων όπου η κουλτούρα της αλληλεγγύης είχε διαχυθεί σε σημαντικά κομμάτια των καταπιεσμένων. Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι οι αγώνες έχουν εξαφανιστεί ή ότι η αλληλεγγύη έχει εκλείψει. Θέλουμε η δημιουργία του Ταμείου Αλληλοβοήθειας να γίνει ακόμα μία μικρή συμβολή στην πραγματική κίνηση του κοινωνικού ανταγωνισμού, στους πραγματικούς αγώνες ανατίμησης της εργασίας και της ζωής μας.
Το Ταμείο Αλληλοβοήθειας της συλλογικότητας re/traverse αποτελεί μια κινηματική υποδομή της συνέλευσης που λειτουργεί βάσει ενός μίνιμουμ καθορισμένου πολιτικού πλαισίου για το ποιές περιπτώσεις μπορούμε να χρηματοδοτήσουμε. Ένας γενικός κανόνας είναι ότι ξεκινάμε από τις ανάγκες μας ως εκμεταλλευόμενα υποκείμενα, προσπαθώντας ταυτόχρονα να ανοιχτούμε στην πολυπλοκότητα των ταξικών, φυλετικών και έμφυλων καταπιέσεων πέραν των παρεών και των κύκλων μας. Ξεκινάμε σίγουρα από τη γενικευμένη συνθήκη επισφάλειας και φτωχοποίησης της τάξης μας, στηρίζοντας συντρόφους/συντρόφισσες που αντιμετωπίζουν σοβαρές δυσκολίες κοινωνικής αναπαραγωγής λόγω ανεργίας, απολύσεων, καθυστερήσεων πληρωμής κτλ. Θέλουμε σίγουρα να δώσουμε προτεραιότητα σε ζητήματα υγείας, που πολλές φορές απαιτούν άμεση οικονομική στήριξη, αλλά ταυτόχρονα θέλουμε να επεκτείνουμε τις αλληλέγγυες χειρονομίες μας και προς περιστατικά ψυχικής υγείας ή ιατρικά έξοδα όπου οι ανάγκες κοινωνικής αναπαραγωγής έχουν έμφυλο πρόσημο (π.χ. επαναπροσδιορισμός φύλου, εκτρώσεις). Προφανώς το Ταμείο θα στηρίζει και συντρόφους/συντρόφισσες που έχουν δικαστικά έξοδα λόγω συνδικαλιστικής δράσης ή διώκονται από το κράτος λόγω αγωνιστικής δράσης που είναι συλλογικά υποστηρίξιμη. Όμως αυτή την παραδοσιακή κουλτούρα αλληλοβοήθειας στους αντικαθεστωτικούς κύκλους θα θέλαμε να την επεκτείνουμε και προς κοινωνικά δρούσες που πλήττονται από το ευρύτερο κατασταλτικό πλέγμα προστίμων και πειθαρχήσεων “υπευθυνότητας” που βλέπουμε να στήνεται στα μετα-covid χρόνια (από τα πρόστιμα για απαγορεύσεις και υποχρεωτικότητες, μέχρι την αύξηση των ελέγχων του ΔΕΔΔΗΕ για ρευματοκλοπές ή τις δρακόντειες λογικές ατομικής ευθύνης με βάση τις οποίες τιμωρεί ο νέος Κ.Ο.Κ.). Τέλος, έχοντας κατά νου τις δομικές διαφορές της φιλανθρωπίας από τις αξίες της κοινωνικής αλληλεγγύης, θέλουμε να έχουμε ανοιχτό το Ταμείο και προς μη οργανωμένα, πληττόμενα από την κρίση ή και περιθωριοποιημένα υποκείμενα της τάξης μας που κινούνται στις γειτονιές και στους γενικότερους χώρους αναπαραγωγής μας και κοινωνικής δραστηριοποίησης της συνέλευσης, ειδικά αν δεν κατέχουν τα θεσμικά προνόμια της ελληνικής ταυτότητας. Αυτά τα γενικά κριτήρια εξειδικεύονται στην κάθε ιδιαίτερη περίπτωση με βάση το βαθμό ανάγκης και τα χρήματα που υπάρχουν στο ταμείο, αλλά κυρίως με βάση την κουλτούρα των συντροφικών σχέσεων που προσπαθούμε να χτίσουμε. Τελικός κριτής της παροχής βοήθειας ή δανεισμού είναι πάντα η ίδια η συνέλευση.
Δεν είναι η πρώτη φορά που θα δοκιμάσουμε να σηκώσουμε το βάρος μιας σταθερής και ανοιχτής δομής αλληλοβοήθειας, καθώς το Ταμείο Αλληλοβοήθειας της Σ.Κυ.Α. που έκλεισε το 2021 (μαζί με τον κύκλο εκείνης τής συλλογικότητας, από κάλεσμα της οποίας προέκυψε η δημιουργία της re/traverse) μας κληροδοτεί κάποια πολιτική εμπειρία μαζί με μια χρηματοδοτική βάση από την ανοιχτή λειτουργία μιας πενταετίας. Ξαναστήνοντας ένα νέο ταμείο θέλουμε να διατηρήσουμε έναν ανοιχτό, κινηματικό-δημόσιο τρόπο λειτουργίας αυτού, επιζητώντας στις δραστηριότητες αυτού την εμπλοκή κόσμου τον οποίο συναντάμε στους αγώνες που δίνουμε και τους χώρους που δραστηριοποιούμαστε. Βλέπουμε άλλωστε τη λειτουργία του ταμείου ως αλληλένδετη και υποστηρικτική στους αγώνες που δίνουμε. Όταν π.χ. οργανώνουμε κινητοποιήσεις ενάντια στην ακρίβεια δεν μπορούμε παρά να στηρίζουμε και κόσμο που πραγματοποιεί ατομικές ή συλλογικές αυτομειώσεις και διώκεται, και αντίστροφα όταν μαζεύουμε λεφτά για τα δικαστικά έξοδα τέτοιων περιπτώσεων, ζητάμε ταυτόχρονα να σταματήσει η δίωξη όσων ψειρίζουν καθώς δεν έχουν να πληρώσουν. Οι βασικές εισφορές του ταμείου θα προέρχονται από τα σταθερά μέλη της συλλογικότητας και κυρίως από δημόσιες εκδηλώσεις αλληλοβοήθειας /οικονομικής στηριξης.σε καταλήψεις/στέκια/δημόσιους χώρους. Σημειώνουμε, τέλος, ότι σε δεύτερο επίπεδο επιδιώκουμε την επικοινωνία/συντονισμό με αντίστοιχες δομές αλληλοβοήθειας που μαθαίνουμε ότι σιγά-σιγά στήνονται από άλλες συλλογικότητες και κρατάμε ως πυξίδα μας την ιστορική υπενθύμιση ότι πριν ενσωματωθούν στις σοσιαλδημοκρατικές πλευρές του κράτους-πρόνοιας πολλά εργατικά σωματεία πριν τον Α’ παγκόσμιο είχαν ξεκινήσει ως δομές ταξικής αλληλοβοήθειας.
Η δημιουργία του Ταμείου Αλληλοβοήθειας και η δημόσια, ανοιχτή λειτουργία του είναι μόνο ένας από τους τρόπους να πιάσουμε το νήμα της μεγάλης παράδοσης αγώνα και αλληλεγγύης που προηγήθηκε πριν από εμάς, και μόνο ένα μέρος της πρόκλησης να επινοήσουμε νέες μορφές, ιδέες και πρακτικές που θα μας μετατρέψουν σε κίνδυνο και απειλή για τον κόσμο του κράτους, του κεφαλαίου, του ρατσισμού και της πατριαρχίας.